ΓΡΑΜΒΟΥΣΑ
Μια κορυφογραμμή από τα αρχαία βουνά της ξηράς που απλώνονταν εκεί που είναι σήμερα το Αιγαίο είναι η Αμοργός και ορίζει τις Κυκλάδες από την πλευρά της Ανατολής και μοιάζει να προστατεύει με το στενόμακρο σώμα της τα νησιά που με ένα όνομα μικρά, μεγάλα καλούνται Μικρές Κυκλάδες και απλώνονται ως τη Νάξο.
Η Γραμβούσα όπως φαίνεται όταν την πλησιάζει το καίκι.
Φυσικά τα μεγαλύτερα από αυτά είναι κατοικημένα από τους απώτατους χρόνους της ιστορίας και τα ευρήματα της αρχαιολογίας μιλάνε για ένα θαυμαστό πολιτισμό ενώ ένα σωρό άλλα μικρότερα σχηματίζουν έναν αστερισμό από νησάκια και βραχονησίδες όπου πάνω στο έδαφός της είναι εμφανή ακόμη τα ίχνη από τις ανθρώπινες δραστηριότητες και το σκληρού αγώνα για την επιβίωση.
Στη Γραμβούσα, το μεγάλο νησί στο νοτιότερο άκρο της Αμοργού οι δραστηριότητες των ανθρώπων σταμάτησαν μόλις πριν από μια εικοσαετία και οι εγκαταστάσεις τους (αναβαθμοί, σπίτια, καλύβια, μονοπάτια, αλώνια, μαντριά) διατηρούνται ακόμη ακέραια. Για εκείνο τον κόσμο, που ποιος ξέρει από πότε ξεκίνησε να κατοικεί στη Γραμβούσα και έσβησε χωρίς να υπάρχει επιστροφή μας μίλησε ο Γιάννης Ρούσσος, που κατοικεί στην Κολοφάνα της Κάτω Μεριά της Αμοργού και είναι από τους τελευταίους που εργάστηκαν για χρόνια πάνω σε αυτό το νησί το οποίο ανήκε εξ’ ολοκλήρου στον παππού του Νικήτα και ο πατέρας του Κώστας το μοίρασε σ’ αυτόν και στα δυο αδέρφια του, Γιώργο και Βαγγέλη οι οποίοι έχουν ξενιτευτεί εδώ και χρόνια.
Ότι απέμεινε από την κατοίκηση πάνω στη Γραμβούσα
Το σκληρό έδαφος της Γραμβούσας κατάφεραν με διαρκή αγώνα να ημερώσουν πολλές γενιές ανθρώπων – οι τελευταίοι που έφυγαν από το νησί ήταν οι Ρούσηδες. Ο Γιάννης Ρούσσος, θυμάται πως στα χρόνια που κατοικούσαν ακόμη εκεί, το νησί ήταν γεμάτο αγελάδες και πρόβατα. Τις αγελάδες με τις οποίες όργωναν κιόλας τις περνούσαν όταν χρειάζονταν απέναντι στην Αμοργό κολυμπώντας ενώ τα πρόβατα τα μετέφερναν με καίκι. Έσπερναν όσπρια, σιτάρι αλλά και σμιγάδι (σιτάρι με κριθάρι) για να έχουν σίγουρη την παραγωγή σε περίπτωση που δεν πήγαινε καλά η χρονιά. Καλλιεργούσαν ακόμα κρεμμύδια στα χτιά (αναβαθμούς) που είχαν φτιάξει από την δυτική πλευρά του νησιού, κοντά στην Παναγία, στη θέση Λιβαδάκι.
Το πανόραμα των παραλιών της Γραμβούσας
Με καίκι μπορεί να φτάσει κάποιος στη Γραμβούσα
Μια κορυφογραμμή από τα αρχαία βουνά της ξηράς που απλώνονταν εκεί που είναι σήμερα το Αιγαίο είναι η Αμοργός και ορίζει τις Κυκλάδες από την πλευρά της Ανατολής και μοιάζει να προστατεύει με το στενόμακρο σώμα της τα νησιά που με ένα όνομα μικρά, μεγάλα καλούνται Μικρές Κυκλάδες και απλώνονται ως τη Νάξο.
Η Γραμβούσα όπως φαίνεται όταν την πλησιάζει το καίκι.
Φυσικά τα μεγαλύτερα από αυτά είναι κατοικημένα από τους απώτατους χρόνους της ιστορίας και τα ευρήματα της αρχαιολογίας μιλάνε για ένα θαυμαστό πολιτισμό ενώ ένα σωρό άλλα μικρότερα σχηματίζουν έναν αστερισμό από νησάκια και βραχονησίδες όπου πάνω στο έδαφός της είναι εμφανή ακόμη τα ίχνη από τις ανθρώπινες δραστηριότητες και το σκληρού αγώνα για την επιβίωση.
Η εκκλησία της Παναγίας με τον πέτρινο περίγυρο
Ορισμένα από αυτά που είναι γύρω από την Αμοργό, όπως τα Λιάδια τα είχαν μόνο για βοσκή και να μαζεύουν κάπαρη ενώ στα άλλα, στη Γραμβούσα και στη Νικουριά οι άνθρωποι τα καλλιέργησαν συστηματικά ήδη από τα πολύ παλιά χρόνια. Κάποια άλλα, το μικρό και το μεγάλο Βριόκαστρο κάτω από το μοναστήρι της Χοζοβιώτισσας, η Εξωμιά κάτω από τον Ασφοντυλίτη και η Μονόπετρα έξω από τον όρμο της Αιγιάλης είναι άγριες βραχονησίδες και ποτέ δεν άφησαν εκεί ζωντανά.
Η ωραία παραλία κάτω από την Παναγία της Γραμβούσας
Στη Γραμβούσα, το μεγάλο νησί στο νοτιότερο άκρο της Αμοργού οι δραστηριότητες των ανθρώπων σταμάτησαν μόλις πριν από μια εικοσαετία και οι εγκαταστάσεις τους (αναβαθμοί, σπίτια, καλύβια, μονοπάτια, αλώνια, μαντριά) διατηρούνται ακόμη ακέραια. Για εκείνο τον κόσμο, που ποιος ξέρει από πότε ξεκίνησε να κατοικεί στη Γραμβούσα και έσβησε χωρίς να υπάρχει επιστροφή μας μίλησε ο Γιάννης Ρούσσος, που κατοικεί στην Κολοφάνα της Κάτω Μεριά της Αμοργού και είναι από τους τελευταίους που εργάστηκαν για χρόνια πάνω σε αυτό το νησί το οποίο ανήκε εξ’ ολοκλήρου στον παππού του Νικήτα και ο πατέρας του Κώστας το μοίρασε σ’ αυτόν και στα δυο αδέρφια του, Γιώργο και Βαγγέλη οι οποίοι έχουν ξενιτευτεί εδώ και χρόνια.
Ότι απέμεινε από την κατοίκηση πάνω στη Γραμβούσα
Το σκληρό έδαφος της Γραμβούσας κατάφεραν με διαρκή αγώνα να ημερώσουν πολλές γενιές ανθρώπων – οι τελευταίοι που έφυγαν από το νησί ήταν οι Ρούσηδες. Ο Γιάννης Ρούσσος, θυμάται πως στα χρόνια που κατοικούσαν ακόμη εκεί, το νησί ήταν γεμάτο αγελάδες και πρόβατα. Τις αγελάδες με τις οποίες όργωναν κιόλας τις περνούσαν όταν χρειάζονταν απέναντι στην Αμοργό κολυμπώντας ενώ τα πρόβατα τα μετέφερναν με καίκι. Έσπερναν όσπρια, σιτάρι αλλά και σμιγάδι (σιτάρι με κριθάρι) για να έχουν σίγουρη την παραγωγή σε περίπτωση που δεν πήγαινε καλά η χρονιά. Καλλιεργούσαν ακόμα κρεμμύδια στα χτιά (αναβαθμούς) που είχαν φτιάξει από την δυτική πλευρά του νησιού, κοντά στην Παναγία, στη θέση Λιβαδάκι.
Το πανόραμα των παραλιών της Γραμβούσας
Δέντρα καρποφόρα ή άγρια δεν είχε ποτέ η Γραμβούσα, μόνο κάτι χαμηλά σκοίνα με τα κλαδιά των οποίων μαγείρευαν και έψηναν ψωμί οι κάτοικοί της. Από νερό βολεύονταν με βρόχινο που μάζευαν σε στέρνες ενώ ανάβλυζε λιγάκι κοντά στην εκκλησία, στη θέση Ψαλίδα όπου είχαν κατασκευάσει μάλιστα και ένα πηγάδι σε εκείνο το σημείο και το έλεγαν Βρυσικό κι από εκεί έπιναν και οι άνθρωποι και τα ζωντανά.
Σημάδια από την εποχή που η Γραμβούσα ήταν κατοικημένη
Η Γραμβούσα παρ’ ότι βρίσκεται στο μάτι του γαρμπή, δεν αποκλείονταν ποτέ και όταν παρουσιάζονταν ανάγκη έδιναν σήμα κι έρχονταν από την Καλοταρίτισσα καίκι και τους έπαιρνε. Οι Ρούσσηδες είχαν και δικό τους καίκι, την «Παναγία» και με αυτό ψάρευαν κιόλας ή μετέφεραν τα δικά τους ζωντανά. Ψάρευαν επίσης με αγκίστρια και δίχτυα για να συμπληρώνουν τη διατροφή τους που στηρίζονταν αποκλειστικά στα δικά τους προϊόντα. Αλώνιζαν, άλεθαν με χειρόμυλους και έψηναν ψωμί στο δικό τους φούρνο. Πάνω στο νησί επίσης τυροκομούσαν και ως λέγεται ακόμη έκαναν πολύ καλό και νόστιμο τυρί. Το ίδιο νόστιμο ήταν και το κρέας γιατί τα ζωντανά τους βοσκούσαν στα αλατισμένα από τον αέρα της θάλασσας φυτά και χορτάρια. Δεν τους αρκούσε όμως ο τόπος να βοσκήσουν τα κοπάδια πάνω στη Γραμβούσα και τα πήγαιναν και στην Άνυδρο, 8 μίλια στο νότο με τα κουπιά ενώ καμιά φορά έβγαιναν αντί της Καλοταρίτισσας και στα Παραδείσια, ένα μίλι μακριά. Εξαιρετικά λένε ακόμη ήταν τα σαλιγκάρια της στεριάς που μάζευαν στο νησί και συμπλήρωνε τη φτωχή διατροφή τους.
Ένα αλώνι θυμίζει τις παλιές εποχές στη Γραμβούσα
Η ζωή τους ήταν απλή αλλά εξαιρετικά δύσκολη. Τα παλιά χρόνια είχαν πάντα το φόβο των πειρατών που προτιμούσαν το νησί να κρύβονται και να αράζουν τα πλοία τους στον απόμερο, ασφαλή κόλπο της Καλοταρίτισσας. Στα νεότερα χρόνια οι ευκολίες της ζωής που επικράτησαν απέναντι στην Αμοργό έκαναν όλες τις οικογένειες που κατοικούσαν το νησί να εγκαταλείψουν σιγά – σιγά τη Γραμβούσα και να εγκατασταθούν στα χωριά της Κάτω Μεριάς. Μόνο λίγα πρόβατα και κατσίκια άφησαν πάνω και πήγαιναν που και που και τα έβλεπαν. Δεν ξεχνάνε όμως την εκκλησία του που είναι αφιερωμένη στην Αγία Αικατερίνη και πανηγυρίζουν κάθε την ημέρα της χάρης της. Το πανηγυράκι αυτό γινόταν και παλιά και ήταν η μόνη μέρα που το νησί γέμιζε κόσμο και οι κάτοικοί τους προσέφεραν στους προσκυνητές φαγητό και κρασί. Τον τοίχο που περιστοιχίζει την εκκλησία τον έχτισε ο ίδιος ο Γιάννης το 1950 όταν απολύθηκε από το στρατό και στέκει ακόμα όρθιος.
Με καίκι μπορεί να φτάσει κάποιος στη Γραμβούσα
Στη Γραμβούσα σήμερα μόνο ελάχιστα ζωντανά υπάρχουν που κυκλοφορούν ελεύθερα και ρημάζουν το νησί. Το καλοκαίρι όμως γίνεται ένας ωραίος προορισμός για κολύμπι στην ωραία παραλία που καλείται Άμμος εξαιτίας του άμμου ακριβώς που έχει και για ψάρεμα στα βράχια και της ξέρες που ζώνουν το νησί. Εκεί για να φτάσει κάποιος πηγαίνει είτε με δικό του σκάφος είτε με τις λάντζες που ξεκινάνε από τη σκάλα της Καλοταρίτισσας και κάνουν αρκετά δρομολόγια μέσα στην ημέρα. Στην Άμμο θυμούνται παλαιότερα να βγαίνουν χελώνες και να γεννούν ενώ στις ακτές της Γραμβούσας όπως και στα άλλα ξερονήσια γύρω της, Πρόσκοπος, Παρασπρόσκοπος και Φελούκα έβγαιναν και φώκιες αλλά σιγά – σιγά έπαψαν να εμφανίζονται. Στη Γραμβούσα επίσης τα τελευταία χρόνια έχει ρίξει ο Κυνηγετικός Σύλλογος Νάξου κουνέλια τα οποία ευδοκίμησαν και αποτελούν αφορμή περιπάτου για τους Ναξιώτες κυνηγούς.
Η ΝΙΚΟΥΡΙΑ
Η Νικουριά πλέει στο φως του απογεύματος
Ενώ η Γραμβούσα εμφανίζεται κατοικημένη μέχρι πριν από λίγα χρόνια δεν συμβαίνει το ίδιο με τη Νικουριά, το μεγάλο νησί στη μεριά της Αιγιάλης από τη βορινή πλευρά της Αμοργού το οποίο απέχει ελάχιστα από την παραλία του Αγίου Παύλου. Αυτός φαίνεται πως είναι και ο κύριος λόγος που στην επιφάνειά της δεν υπάρχουν ίχνη από κτίσματα, ούτε μαντριά, ούτε αλώνια. Αντιθέτως από τη Γραμβούσα πάνω στη Νικουριά υπάρχουν πολλά και μεγάλα δέντρα, φίδες και σχοίνα. Με αυτά τρέφονται τα κατσίκια που ξεδιψάνε σε ένα βαθύ και δύσκολο στην προσέγγισή του πηγάδι ανάμεσα στα βράχια.
Η Παναγία της Νικουριάς πάνω από την παραλία
Το μόνο στοιχείο που δείχνει ανθρώπινη παρουσία στο νησί είναι η εκκλησία της Παναγίας που πανηγυρίζει στις 9 Σεπτεμβρίου και οι βαρκάρηδες μεταφέρουν τον κόσμο από τον Άγιο Παύλο ως την εκκλησία. Προς το νότιο άκρο της υπάρχουν λίγες πέτρες που δηλώνουν πως κάποτε εκεί υπήρχε ένα κτίσμα, κάτι σαν καραντίνα που έβαζαν τους λεπρούς.
Οι μεγάλες παραλίες στην αγκαλιά της Νικουριάς
Όλη η ανατολική πλευρά της Νικουριάς είναι απότομη, με μεγάλα κατακόρυφα βράχια που καταλήγουν στη θάλασσα που σπάνια είναι ήρεμη. Γι’ αυτό πολλές φορές τα σκάφη που δεν έχουν μεγάλο βάθος περνάνε από το στενό δίαυλο με την Αμοργό. Ακόμα και ο «Σκοπελίτης», το ονομαστό πλοίο της μέχρι πρότινος άγονης γραμμής, περνάει από εκεί όταν έχει πολύ κύμα έξω στο πέλαγος.
Η Νικουριά όπως φαίνεται από τη Μεγάλη Στράτα
Μπορεί λοιπόν να μην έχει πολλά σημάδια ανθρώπων η Νικουριά, αλλά στην ιστορία αναφέρεται πως εκεί λειτούργησε κατά τους κλασσικούς χρόνους νομισματοκοπείο που έκοβε νομίσματα των πόλεων της Αμοργού και κατά καιρούς έχουν ανακαλυφθεί πολλά μέσα στο έδαφός της. Σημειώνεται πως στην αρχαιότητα τρεις ήταν οι μεγάλες πόλεις της Αμοργού, Αρκεσίνη, Μινώα και Αιγιάλη και λειτουργούσαν μάλλον ως ένα ενιαίο κράτος και έκοβαν κοινό νόμισμα.
Φυσικό καταφύγιο για όλα τα σκάφη ο όρμος της Νικουριάς
Και στη Νικουριά είναι απαραίτητο το καίκι...
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το αφιέρωμα στα μικρά νησιά της Αμοργού δημοσιεύτηκε στο ένθετο περιοδικό της εφημερίδας Έθνος "Σκάφος - Φουσκωτό" τον Ιούλιο του 2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου